F Review: The Hangover Part III - FilmBoy Review: The Hangover Part III - FilmBoy
  • Latest News

    Review: The Hangover Part III


     
    Γράφει ο Κωνσταντίνος Παναγιώτου.

    Όταν μέθυσαν για πρώτη φορά και έπειτα ψάξαμε όλοι μαζί να δούμε τι έγινε την προηγούμενη νύχτα (άνετα θα χαρακτηριζόταν του Αγίου Βαρθολομαίου), γελάσαμε. 

    Όταν ξαναμέθυσαν και συνεχίστηκε το ίδιο μοτίβο: ένας νεκρός Ασιάτης, μία μαϊμού και τόνοι μπελάδων τα ... αποκααΐδια της βραδιάς, τα οποία έπρεπε να μας οδηγήσουν πίσω στην αρχική σπίθα, δεν ξεκαρδιστήκαμε αλλά περάσαμε σχετικά καλά. 

    Ε, τώρα που δεν μέθυσαν καν, το ζήτημα πήρε την κάτω βόλτα με τον χαρακτηρισμό “Hangover” να μην ανταποκρίνεται πλέον στην πραγματικότητα.

    Στηριγμένα στις κάφρικες εκλάμψεις του Alan (Zach Galifianakis, The Campaign), τα πρώτα δύο Hangover πρωτοτύπησαν στο είδος τους (νεανικές χαζο-κωμωδίες) ελέω της ωμής ειλικρίνειας και της παντελούς έλλειψης ντροπής που τα διέκρινε. 



    Αν βέβαια είσαι έφηβος με τις ορμόνες σου να έχουν βαρέσει κόκκινο, πιθανότατα λειτούργησε ως Ευαγγέλιο για τις καλοκαιρινές διακοπές που ακολουθούν. 

    Οι πιθανότητες να αναπαράγεις το ίδιο σκηνικό βέβαια είναι ανάλογες με το να πάρεις το Yaris της μαμάς, να κερδίσεις σε κόντρα τον ... Ντομινίκ Τορέτο και να του πετάξεις ένα: «Κοίτα να μαθαίνεις γατάκι» ύστερα από τη τελευταία ανταλλαγή βλεμμάτων και δευτερόλεπτα μόλις, πριν πατήσεις το κουμπί του νίτρο.

    Παρ’ όλα αυτά, η σειρά απέκτησε φανατικούς θαυμαστές που δεν σταμάτησαν λεπτό να μάχονται απέναντι στις «σικάτες» κοπέλες τους που φυσικά δεν τρελαίνονταν κιόλας να πάνε κινηματογράφο για να παρακολουθήσουν ένα μάτσο μαντραχαλάδες να μεθάνε μεχρι θανάτου και το επόμενο πρωινό να ανακαλύπτουν πως τους λείπουν δόντια, βάρεσαν τατουάζ στο πρόσωπο, πήγαν με τραβεστί, έκλεψαν τη τίγρη του Mike Tyson και ξέχασαν τον κολλητό τους στη ταράτσα του Caesars Palace...

    Ό, τι πουλάει λοιπόν φυσικά και αναπαράγεται πολλάκις, με το Hangover να μην αποτελεί εξαίρεση. 


    Το τρίτο μέρος των περιπετειών του Stu (Ed Helms, Jeff, Who Lives at Home), του Alan και του Phil (Bradley Cooper, Silver Linings Playbook) πήρε την άγουσα για τις σκοτεινές αίθουσες, με το μότο που το συνόδευε να είναι: «Αυτή τη φορά δεν υπάρχει γάμος, δεν υπάρχει μπάτσελορ πάρτι, οπότε τι μπορεί να πάει στραβά;». 

    Η όλη υπόθεση δυστυχώς με έκανε να εύχομαι να γινόταν μπάτσελορ πάρτι στην αίθουσα μπας και στάξει λίγο αλκοόλ και ίσως κανένα μειδίαμα, έτσι για το καλό.

    Βαδίζοντας στα χνάρια τόσων και τόσων μπλοκμπάστερ που «πάτησαν» αποκλειστικά στο όνομα που είχαν φτιάξει παλαιότερα, το The Hangover Part III  αποτυγχάνει να αποδώσει έστω και το 10% της συνολικής διάρκειας του σε γέλιο, μειδίαμα, σύσπαση των μυών του προσώπου που είναι υπεύθυνοι για το χαμόγελο ή έστω εκείνης της εγκεφαλικής δραστηριότητας που χρειάζεται για να φτάσει κάποιος στο γέλιο.

    Θυμίζοντας περισσότερο «σκοτεινή» περιπέτεια καταδίωξης και συνοψίζοντας την υπόσταση του σε ένα συνδυασμό: «Η συμμορία των έντεκα» με ολίγον από «Ηλίθιο και Πανηλίθιο» και μία πρέζα από «Επικίνδυνες Αποστολές» και «Fast and Furious», το τρίτο μέρος του επιτυχημένου franchise καταντά αδυσώπητα βαρετό - για το είδος του - στηριζόμενο μονάχα στις όποιες εκφράσεις του Γαλιφιανάκη.

    Το αστείο και συνάμα στενάχωρο της υπόθεσης είναι πως κατάντησε μία από τις πιο αδιάφορες της ταινίες της χρονιάς, ενώ έχει να επειδείξει ένα εκρηκτικό και αμφιλεγόμενο πρώτο πεντάλεπτο. 

    Ο Alan ως κλασσικός «θεούλης», έχει αγοράσει μία καμηλοπάρδαλη(!) την οποία και μεταφέρει στο σπίτι του σέρνοντας τη σε ένα τρέιλερ πίσω από το αμάξι του.

    Ακολουθεί μία απίστευτη (για τα δεδομένα της ταινίας) gore σκηνή που θα κάνει τους απανταχού φιλόζωους να ανατριχιάσουν, κάποιους να γελάσουν (μετά θα νιώσουν ενοχές που το βρήκαν αστείο) και κάποιους να αηδιάσουν για την υπόνοια splatter στην όλη φάση...

    Και ενώ έχεις φτιαχτεί για χύμα σκηνικά στη συνέχεια, με την ελπίδα βέβαια το χιούμορ να βελτιωθεί κάπως και να περάσει σε επίπεδο ατακών και όχι απλά ασυνήθιστων γεγονότων, αρχίζεις να αντιμετωπίζεις - για πρώτη φορά στη τριλογία - με σκεπτικισμό τον Todd Phillips και τις εμπνεύσεις του.


    Γιατί το πρώτο «πάγωμα» με το θέμα της καμολοπαρδάλης - που έτυχε σχετικά καλής υποδοχής από το κοινό ελέω φρεσκαδούρας και εισαγωγής στη ταινία - ακολουθούν αρκετά ακόμα που ουδεμία σχέση έχουν: α) με το γενικότερο concept της σειράς, β) με τους χαρακτήρες και γ) με το είδος του έργου.

    Έτσι γρήγορα καταλαβαίνεις πως ο κινητήριος μοχλός της υπόθεσης δεν είναι όντως κάποιο μπάτσελορ πάρτι αλλά το ταξίδι προς τη ψυχιατρική κλινική όπου αποφασίζεται να κλειστεί ο Alan για ευνόητους λόγους (έχει πάρει πλέον για τα καλά την κάτω βόλτα αν υποθέσουμε πως ήταν κάποια στιγμή στα καλά του). 

    Οι Stu, Phil και Doug (Justin Bartha, The Hangover II) αναλαμβάνουν να τον συνοδέψουν, μη γνωρίζοντας βέβαια πως βαδίζουν προς απίστευτους μπελάδες...

    Οι μπελάδες ακούνε στο όνομα Marshall (John Goodman, Flight), ο οποίος αποδεικνύεται πως είναι ο εγκέφαλος πίσω από τα γκανγκστερικά στοιχεία (βλέπε Mr. Chow και Black Doug) των δύο πρώτων ταινιών.

    Το γνωστό παρεάκι (Stu, Phil και Alan) γρήγορα μένει μόνο του (ο Doug για ακόμη μία φορά μένει εκτός της υπόλοιπης ταινίας λειτουργώντας και πάλι ως «ελατήριο» της υπόθεσης) έχοντας ως στόχο να βρει τον Mr. Chow, ο οποίος έχει δραπετεύσει εν των μεταξύ αλα The Shawshank Redemption από μία φυλακή στη Μπαγκόνγκ. 

    Η ανατροπή ελέω Marshall που βγάζει τους ήρωες από το πλάνο τους, υποτίθεται πως είναι το περιβόητο μεθύσι των δύο πρώτων ταινιών. 
    Τα όσα ακολουθούν είναι το Hangover που έπεται μίας νύχτας κραιπάλης.

    Ουδεμία σχέση φυσικά ούτε με χιούμορ ούτε με σφιχτοδεμένο σενάριο έχει το υπόλοιπο του έργου, το οποίο πραγματικά χτίζεται και βασίζεται στις πλάτες του Γαλιφιανάκη και τα κέφια του.

    Προβλέπει η σκηνή τρία συνεχόμενα λεπτά μονολόγου του Alan; 
    Πάει καλά, θα την παλέψουμε κάπως. 

    Πέφτει ο δικός σου από τη μία γκάφα στην άλλη; 
    Κάτι γίνεται (στα πλαίσια βέβαια πάντα του χαζο-χιούμορ). 

    Οι Stu και Doug (ειδικά αυτός) έχουν διακοσμητικό ρόλο ενώ ο Cooper προσπαθεί αλλά χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία να διεκδικήσει κάποια λεπτά κινηματογραφικού χρόνου. 


    Καταδικαστήκαμε να φάμε στη μάπα βέβαια τον Ken Jeong (The Muppets) ως Mr. Chow και την αρρωστημένη αίσθηση του χιούμορ του σχεδόν σε όλο το μήκος της ταινίας, γεγονός για το οποίο δεν πρόκειται να συγχωρήσω εύκολα τον Todd Phillips.

    Η συνέχεια ακολουθεί τα πρότυπα βιντεοπαιχνιδιού και την μεταπήδηση των χαρακτήρων από πίστα σε πίστα, με το τελικό boss να κατοικεί στο Λας Βέγκας και πιο συγκεκριμένα στο Caesar Palace.

    Γνωστή η τακτική των συντελεστών εδώ να μεταφέρουν τη ταινία σε γνωστά μέρη προκειμένου να ερεθίσουν το συγκινησιακό κομμάτι των φανατικών του είδους, που σίγουρα θυμάται πρόσωπα και πράγματα από την πρώτη ταινία.

    Αναμενόμενα και τα flashback (τα οποία απηχούν το όμορφο προφίλ της πρώτης ταινίας, πράγμα παρήγορο μέσα στη μαυρίλα του τρίτου μέρους) που έχουν σαν σκοπό να μας θυμίσουν το λόγο ύπαρξης της αγέλης (wolfpack).

    Την τελείως επίπεδη ροή πάντως θα μπορούσε να σώσει μία ανατροπή στο τέλος, κάτι που να μας επαναφέρει στο κλίμα του Hangover
    Ένα μικρό παρτάκι ρε παιδιά, έτσι για το αντίο; 


    Απέχει παρασάγγας από την πρώτη ταινία. 
    Δεν έχει ιδιαίτερη σχέση με τον όρο κωμωδία και λογικά θα πέσει η μαρμάγκα να φάει τον Phillips, ο οποίος αν τα άκουσε για το part II που να δει τι έχει να πάθει για αυτό.

    Αρνητικοί παράγοντες και οι Cooper και Helms, οι οποίοι έδειξαν να έχουν κουραστεί πλέον από το όλο concept. 

    Για την ιστορία πάντως, στο σημείο που φοράει το κολάρο του σκύλου ο Stu αναθάρρησα. 
    Φέρνοντας στο μυαλό το δόντι που έχασε στο I αλλά και το τατουάζ που έκανε στο II, πίστεψα πως το παράσημο του στο τρίτο μέρος θα ήταν η συμμετοχή ή εμφάνιση του σε σαδομαζοχιστικό όργιο ή σε μία εξίσου άβολη κατάσταση παρά τη θέληση του φυσικά.

    Ούτε καν αυτό δεν συνέβη παρ’ όλα αυτά, με τη γενικότερη αίσθηση να αποπνέει αδιαφορία, μιζέρια και τάχιστη βόλτα μέχρι το βιντεοκλαμπ για ενοικίαση του πρώτου (πρωτότυπου και ανεκτού) μέρους.

    Βραβείο σε όποιον είχε την ιδέα να «ζευγαρώσει» τον Alan με την Cassie (Melissa McCarthy, Bridesmaids). 
    Ποιό ταιριαστό - αηδιαστικό ζευγάρι δύσκολα συναντάς.

    Στις αίθουσες από 30 Μαίου.
    The Hangover Part III trailer 2 από FilmBoy-gr
    • ΜΗ ΞΕΧΑΣΕΙΣ ΝΑ ΣΧΟΛΙΑΣΕΙΣ
    • Facebook Comments
    Item Reviewed: Review: The Hangover Part III Rating: 5 Reviewed By: Konstantinos
    Scroll to Top