F Review: Πειρατεία στον Ωκεανό - A Hijacking (Kapringen) - FilmBoy Review: Πειρατεία στον Ωκεανό - A Hijacking (Kapringen) - FilmBoy
  • Latest News

    Review: Πειρατεία στον Ωκεανό - A Hijacking (Kapringen)


     
    Γράφει ο Κωνσταντίνος Παναγιώτου.

    Το A Hijacking είναι μία ταινία δανέζικης παραγωγής, εξ’ ου και το όνομα Kapringen, που μπορεί εύκολα να διεκδικήσει το τίτλο του πιο ειλικρινούς φιλμ της χρονιάς!

    Χωρίς φανφάρες και μεγάλα λόγια, ο σκηνοθέτης, Tobias Lindholm (σενάριο στο The Hunt), αποφάσισε να μας πετάξει στα μούτρα αυτό ακριβώς που μας υποσχέθηκε, ένα ντοκιμαντέρ που αφορά τη σύγχρονη πειρατεία.

    Ξεχάστε λοιπόν τον - προσοχή μην ξεχάσετε το τιμητικό τίτλο - Captain Jack Sparrow και τον ομόλογο του Hook και ετοιμαστείτε να βυθιστείτε στη θλιβερή (δυστυχώς) πραγματικότητα.

    Ο ρεαλισμός της σύγχρονης εποχής, επιτάσσει καλάσνικοφ αντί σπαθιού και μικρά σκάφη - σχεδόν βάρκες - αντί των φοβερών και τρομερών γαλέρων, καραβέλων ή μπρικιών...




    Επίσης, ο πειρατικός ρομαντισμός των παραμυθιών είναι δεδομένο πως πάει περίπατο καθώς αν εξαιρέσει κανείς το βιοποριστικό σκοπό της όλης πράξης, η γλυκιά μυθοπλασία που τύλιγε κατά τα άλλα ακόμα και τους πιο μοβόρικους πειρατές απουσιάζει παντελώς.

    Έτσι λοιπόν προσγειωνόμαστε (και καλά κάνουμε, ας είμαστε ρεαλιστές) στη σκληρή πραγματικότητα ή διαφορετικά, στο κατάστρωμα του MV Rozen, του φορτηγού-πλοίου, που λίγο πριν πιάσει λιμάνι κάπου στον Ινδικό Ωκεανό γίνεται στόχος Σομαλών πειρατών.

    Οι τελευταίοι αφού επιχειρήσουν ρεσάλτο, ρεσάλτο το οποίο ουδεμία σχέση έχει – όπως είπαμε και παραπάνω - με τη τυπική, μυθική έννοια του όρου, καταλαμβάνουν το πλοίο και συλλαμβάνουν το πλήρωμα.

    Οι απαιτήσεις τους απλές: αρκετά εκατομμύρια εκ μέρους της ναυτιλιακής εταιρείας, που εδρεύει στην Κοπεγχάγη, προκειμένου να αφεθεί ελεύθερο το πλήρωμα.

    Κάπου εδώ παρουσιάζεται και το προφίλ των πρωταγωνιστών της όλης υπόθεσης.


    Ο μάγειρας του Rozen, Mikkel Hartmann (Johan Philip Asbaek, The Whistleblower) εκπροσωπεί ουσιαστικά το πλήρωμα κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων ανάμεσα σε πειρατές και ναυτιλιακή εταιρεία, ο Peter Ludvigsen (Soren Malling), μεγαλοστέλεχος της εν λόγω εταιρείας και ο συνεργάτης του Lars Vestergaard (Dar Salim, The Devil's Double), ο Omar (Abdihakin Asgar), ο ασυρματιστής, διαπραγματευτής των πειρατών και ο Connor Julian (Gary Skjoldmose Porter), ειδικός πράκτορας, ειδήμων (υποτίθεται) σε τέτοιου είδους καταστάσεις.


    Ενώ ο Mikkel ζει το δράμα του καταμεσής του ωκεανού , ο Omar μεταβιβάζει στην εταιρεία τα αιτήματα των συντρόφων (;) του (το ερωτηματικό αποτελεί , τη τέλεια πάσα για ένα τεράστιο θέμα, το οποίο θα αναλυθεί παρακάτω).

    Επιστρέφοντας στο βασικό σκελετό της υπόθεσης, να συμπληρώσω πως ο Ludvigsen αποφασίζει να πάρει πάνω του το θέμα, ενάντια πάντως στις συμβουλές του ειδικού Connor που υπογραμμίζει πως οποιοσδήποτε συναισθηματικός δεσμός με τους ομήρους θα είναι καταδικαστέος για τις διαπραγματεύσεις.

    Ο Lindholm προσπαθεί ουσιαστικά να στήσει ένα θεατρικό σκηνικό. 

    Οι σκηνές αλλάζουν, μαζί και οι πρωταγωνιστές τους. 

    Το δράμα της θάλασσας και της ομηρίας του πληρώματος, διαδέχεται αυτό των γραφείων στην Κοπεγχάγη.

    Εκεί, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του Ludvigsen, τα πράγματα δεν αργούν να ξεφύγουν. 


    Οι διαπραγματεύσεις δεν φαίνεται να οδηγούν πουθενά , με αποτέλεσμα τα νεύρα του πρώτου σύντομα να δοκιμαστούν.

    Έτσι, ο φαινομενικά ατσαλάκωτος bussinesman πετάει το απρόσωπο επιχειρηματικό του κοστούμι και υιοθετεί το αληθινό ανθρώπινο σαρκίο του. 


    Όλα αυτά όμως , πριν το ακουστικό χτυπήσει. 
    Όταν ο Omar , εκ μέρους των πειρατών, επικοινωνεί μαζί του, η ανθρώπινη φύση του Ludvigsen πάει περίπατο. 

    Ο Connor τον έχει προειδοποιήσει άλλωστε: «Αν ξεφύγεις όλα τελείωσαν. Φανέρωσε συναισθηματικό δέσιμο με το πλήρωμα και μας ξέσκισαν»…

    Παράλληλα, όπως είπαμε και παραπάνω, ο Mikkel και το υπόλοιπο πλήρωμα ζουν πρωτόγνωρες καταστάσεις. 


    Ενώ απέμεναν μόλις μερικές ημέρες υπηρεσίας και έπειτα το ονειρικό αγκυροβόλι, στην εστία της οικογένειας του, όλα ανατρέπονται με την εισβολή των πειρατών.


    Ο Mikkel καλείται μάλιστα να μαγειρέψει για αυτούς, με το γεγονός αυτό όμως να μην συντελεί τελικά στην καλύτερη διαβίωση του. 

    Αντίθετα, αναγκάζεται να ζει σε μία μικρή καμπίνα μαζί με άλλα δύο μέλη του πληρώματος, τον καπετάνιο και ένα συνάδελφο του, υπό πραγματικά άθλιες συνθήκες.

    Το πορτραίτο των δύο σκηνικών είναι απίστευτα δαιυγές εδώ. 

    Ο Mikkel και το πλήρωμα ζουν υπό το καθεστώς του φόβου που μπορεί να γεννήσει ένα όπλο στον κρόταφο, μοιραζόμενοι όμως αρκετές εμπειρίες με μέλη των πειρατών ενώ ο Ludvigsen και οι λοιποί κοστουμάτοι αγωνιούν και προσπαθούν από την ασφάλεια του ακουστικού του τηλεφώνου να αφουγκραστούν την όλη κατάσταση.

    Πρόκειται για ένα παζάρι, σε αυτά είναι άπαιχτος άλλωστε ο Ludvigsen, αλλά με έπαθλο όχι κάποια συμφωνία αλλά τις ζωές του πληρώματος, εδώ είναι που αποδεικνύεται μάλλον λίγος ο προαναφερθείς κύριος.

    Το κύριο μέλημα του Lindholm δεν αφορά την εξέλιξη του παζαριού και τη συμφωνία ή όχι πειρατών και της εταιρείας που εκπροσωπεί ο Ludvgisen. 


    Ο Δανός σκηνοθέτης προσπαθεί να καταδείξει κυρίως τις κοινωνικοοικονομικές διαφορές του προηγμένου κόσμου και των αναπτυσσόμενων χωρών. 

    Έτσι οι κοστουμάτοι κύριοι της ναυτιλιακής εταιρείας έρχονται σε αντίθεση, πρωτίστως όσον αφορά κοινωνικό status, με τους «άνανδρους» Σομαλούς πειρατές.

    Η έγνοια του Lindholm για την απενοχοποίηση των πειρατών προδίδεται από τις σκηνές όπου τραγουδάνε μαζί με τους ομήρους , παρά τους αντίθετους ρόλους – όμηροι οι μεν, απαγωγείς οι δε - από το νεαρό της ηλικίας αρκετών από αυτών – επίσης παράγοντας που χρίζει κοινωνικής ανάλυσης - αλλά και από την απουσία βίας (όχι σε όλο το έργο για να είμαστε ειλικρινείς αλλά στο μεγαλύτερο μέρος του) εκ μέρους των πειρατών. 


    Φαίνεται πως απλά θέλουν να επιβιώσουν... 


    Προηγουμένως σημείωσα ένα ερωτηματικό δίπλα στο όνομα του Omar. 

    Ο ίδιος διαρρηγνύει τα ιμάτια του πως δεν ανήκει στην ομάδα των πειρατών. 
    Είναι απλά ο διερμηνέας, το μόνο που θέλει είναι να ξαναδεί την οικογένεια του.

    Αποτυπώνεται απόλυτα καθαρά λοιπόν εδώ ο μονόδρομος αυτών των ανθρώπων, των παραπεταμένων από τη ζωή και τον πολιτισμένο κόσμο.

    Η ενσωμάτωση σε εγκληματικές ομάδες, όπως η συγκεκριμένη, συχνά χωρίς τη θέληση τους, αποτελεί συχνά τη μοναδική σανίδα σωτηρίας ατόμων σαν τον Omar. 


    Κατακριτέα βέβαια αλλά πραγματικότητα. 
    Αυτή είναι η ζωή αρκετών συνανθρώπων μας, γεγονός που φρόντισε να μας επαναλάβει πάμπολλες φορές ο Lindholm.

     Ο Ludvigsen και η κομπανία του είναι η άλλη πλευρά του νομίσματος. 

    Με την ηγεσία της εταιρείας να πιέζει για λήξη της υπόθεσης, όχι από έγνοια για τους ομήρους αλλά για διόρθωση των κακών κειμένων της εικόνας της, το αληθινό τέρας της υπόθεσης, ο αδηφάγος «Πρώτος Κόσμος» κάνει τη μεγαλειώδη εμφάνιση του.

    Βέβαια, αν θέλουμε να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους, θα πρέπει να εξαιρέσουμε τον Ludvigsen από όλο αυτό το θέατρο του παραλόγου καθώς εμφανίζεται συχνά-πυκνά να αποπνέεται από πραγματικά ανθρώπινα συναισθήματα.

    Το μήνυμα του A Hijacking θα κρίνονταν απόλυτα επιτυχημένο αν ικανοποιούταν μία βασική προϋπόθεση: ο μέγιστος παράγων ηθοποιία!

    Εδώ, η κατά τα άλλα τιμιότατη δανέζικη ταινία, παίρνει κάτω από τη βάση. 

    Δεν καταφέρα πραγματικά να ξεχωρίσω κανέναν. 

    Ούτε ο Malling ούτε ο Dar Salim , με τις βία τέσσερις ατάκες σε όλη τη ταινία ούτε φυσικά ο εκνευριστικός και ανούσιος Porter κατάφερε να προσφέρει κάτι στο φιλμ. 

    Μάλιστα ο πρώτος δεν συγχωρείται καθώς ο ρόλος του προσφερόταν για καταπληκτικό ρεσιτάλ. 
    Κρίμα…


    Μόνο ο Asbaek κατάφερε να σταθεί στο ύψος του, μεταδίδοντας στο κοινό την αγωνία, το τρόμο, την αδημονία για τη συνάντηση με την οικογένεια του, το φόβο που νιώθει κανείς όταν απειλείται η ζωή του και ο ίδιος δεν μπορεί να κάνει κάτι για να αλλάξει την κατάσταση.

    Ακόμα και αυτός όμως θα μπορούσε να δώσει λίγο περισσότερο…πόνο. 


    Αν δείτε τη ταινία, θυμηθείτε τη σκηνή που εκρήγνυται πάνω από τον ασύρματο.
    Ε, δύο-τρεις φορές να επαναλαμβανόταν αυτό το σκηνικό και θα μίλαγα τώρα για μία αξιομνημόνευτη  υποκριτική παρουσία.

    Το ζητούμενο είναι πως ώρες-ώρες πίστευα πως ο Lindholm πάλευε μόνος του.

    Συνέθεσε πανέμορφα τοπία, με το κλειστοφοβικό στοιχείο να πλανάται στην ατμόσφαιρα (βλέπε σκηνές μέσα στην καμπίνα όπου κρατούνται οι όμηροι), προσπάθησε να οικοδομήσει ξεκάθαρα πορτραίτα των πρωταγωνιστών και φυσικά πέρασε σοβαρότατα μηνύματα. 

    Όμως – και εδώ είναι το τεράστιο μειονέκτημα της υπόθεσης - η υπόλοιπη παραγωγή απουσίαζε σχεδόν εξ’ ολοκλήρου!

    Το συμπέρασμα είναι πως μονάχα καλά πλάνα και ένα επίπεδο σενάριο - δεν μπορώ να πω πως χόρτασα δα ανατροπές - δεν μπορούν να εξυψώσουν μία ταινία που κατά τα άλλα είχε πολλά να πει. 


    Μία υπερβατική ματιά του όλου concept κρινόταν επιβεβλημένη. 

    Αξίζει να προβληματιστεί πάντως κανείς όσον αφορά την αντίθεση ανάμεσα στους κουμπωμένους Δανούς επιχειρηματίες και τους εγκληματίες μεν αλλά προδομένους από τη ζωή και τον κόσμο δε Σομαλούς. 

    Στις αίθουσες από 28 Φεβρουαρίου.                
    • ΜΗ ΞΕΧΑΣΕΙΣ ΝΑ ΣΧΟΛΙΑΣΕΙΣ
    • Facebook Comments
    Item Reviewed: Review: Πειρατεία στον Ωκεανό - A Hijacking (Kapringen) Rating: 5 Reviewed By: Konstantinos
    Scroll to Top